- Κοβαλέφσκι, Μαξίμ Μαξίμοβιτς
- (Maksim Maksimovich Kovalevsky, Χάρκοβο 1851 – Αγία Πετρούπολη 1916). Ρώσος ιστορικός και πολιτικός. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο του Χάρκοβο, από το οποίο αποφοίτησε το 1872. Συνέχισε τις νομικές του σπουδές στο Βερολίνο, στη Βιέννη, στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Διετέλεσε καθηγητής της νομικής στο πανεπιστήμιο της Μόσχας (1878-87), αλλά το 1887 εκδιώχθηκε από την έδρα του, οπότε μετέβη στη Στοκχόλμη και ξεκίνησε να αλληλογραφεί με τον Μαρξ. Επανήλθε στη Ρωσία όπου εργάστηκε ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης (1905-16). Το 1906 ίδρυσε το Συνταγματικό Μοναρχικό Κόμμα Δημοκρατικών Μεταρρυθμίσεων, ενώ το 1909 ίδρυσε το περιοδικό Αγγελιαφόρος της Ευρώπης. Ιδεολογικά, ο Κ. ήταν επηρεασμένος από τους Μαρξ και Ένγκελς, με τους οποίους διατηρούσε και προσωπική σχέση. Ανάμεσα στα πολλά επιστημονικά του έργα, θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικές οι μελέτες του για την αγροτική οικονομία, οι οποίες εκτιμήθηκαν από τους ιδρυτές του μαρξισμού, κυρίως το Δοκίμιο ιστορίας της αποσύνθεσης της κοινοτικής γαιοκτησίας στο καντόνι του Βο (Λονδίνο, 1876). Ο Κ. έλαβε μέρος σε τρεις επιστημονικές αποστολές στον Καύκασο (1883, 1885 και 1887) και το υλικό που συγκέντρωσε για τους Οσέτες και άλλους λαούς του Καυκάσου, αποτέλεσε τη βάση για τις μεταγενέστερες μελέτες του, που αφορούσαν τις σχέσεις και τις αμοιβαίες επιδράσεις των φυλών (Σύγχρονα έθιμα και αρχαίοι νόμοι, 2 τόμοι και Νόμοι και έθιμα του Καυκάσου, 2 τόμοι, 1890). Το συμπέρασμα, το οποίο συνήγαγε ο Κ., σχετικά με τον σημαντικό ιστορικό ρόλο της μεγάλης οικογένειας ή της πατριαρχικής οικογενειακής κοινότητας ως μορφή της φυλετικής διάστασης του γένους, επέδρασε σημαντικά στη σκέψη του Ένγκελς. Στο έργο Προέλευση της σύγχρονης δημοκρατίας (4 τόμοι, 1895-97) που είναι το πιο σημαντικό έργο του είδους στην προεπαναστατική ρωσική βιβλιογραφία, διερευνά τις κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις της Γαλλικής επανάστασης, στα πρώιμα στάδιά της. Ο Κ. πίστευε ότι τα πολιτικά ρεύματα συνδέονται άμεσα με τον αγώνα για την εγκαθίδρυση διαφόρων κοινωνικών και κρατικών συστημάτων. Σημαντική ήταν η συμβολή του και στη διερεύνηση του αγροτικού προβλήματος της Γαλλίας, τις παραμονές της Γαλλικής επανάστασης. Μελετώντας την ιστορία από κοινωνιολογική άποψη (Σύγχρονοι Κοινωνιολόγοι, 1905 και Κοινωνιολογία, 2 τόμοι, 1910) αντιπαρέθεσε, συνειδητά, στον μαρξισμό την ιδέα της εξέλιξης και της βαθμιαίας βελτίωσης των κοινωνικών θεσμών. Καταφέρθηκε, επίσης, εναντίον της υποκειμενικής μεθόδου στην κοινωνιολογία και της νεοκαντιανιστικής αντιπαράθεσης των κοινωνικών επιστημών στις φυσικές επιστήμες, θεωρώντας ως θεμελιώδη κοινωνιολογικό νόμο τον νόμο της προόδου, ο οποίος πηγάζει από την ενδυνάμωση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η ενασχόλησή του με τη δυτικοευρωπαϊκή ιστορία, τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η πολιτική θεωρία της συνταγματικής ή λαϊκής μοναρχίας, καταλήγει στην αποδοχή της αναγκαιότητας ενός ανώτερου μεσάζοντα ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, τον οποίο θεωρούσε υπερασπιστή των συμφερόντων των λαϊκών μαζών. Στα πρώτα του έργα, που αφορούσαν συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα, έδωσε πρωταρχική σημασία στις κοινωνικοοικονομικές διαδικασίες. Στα τελευταία του όμως έργα, τα περισσότερα από τα οποία γράφτηκαν κατά τη διάρκεια και μετά από τη Ρωσική επανάσταση του 1905-7 αναφέρθηκε στην αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων στην ιστορία, προτάσσοντας τον σημαντικό ρόλο των ψυχολογικών και βιολογικών παραγόντων. Ο Κ. έγινε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Αγίας Πετρούπολης το 1914.
Dictionary of Greek. 2013.